Οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, μαζί με την ΕΕ τσάκισαν την αγροτική και
κτηνοτροφική παραγωγή της χώρας και μεγέθυναν το πρόβλημα της διατροφικής
αυτάρκειας
Η ολέθρια πολιτική των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ
οδήγησε τη χώρα στο θλιβερό σημείο να μην μπορεί να παράγει ούτε το ψωμί της! Το
ψωμί του λαού ξεπουλήθηκε και αυτό στα κέρδη των μονοπωλίων και των πολυεθνικών.
Η ένταξη της χώρας στην ΕΕ αποδεικνύεται καταστροφική σε όλα τα επίπεδα. Η
αγροτική παραγωγή και η αγροτιά υπήρξαν ένα από τα μεγάλα θύματά της.
Μέχρι το 1981 το εμπορικό αγροτικό ισοζύγιο ήταν πλεονασματικό. Τι σημαίνει αυτό; Οτι με την παραγωγή αγροτικών προϊόντων όχι μόνο καλύπτονταν οι εγχώριες ανάγκες κατανάλωσης, αλλά ήμασταν σε θέση να κάνουμε και εξαγωγές. Από την ένταξη στην ΕΟΚ, τώρα ΕΕ, οι εισαγωγές αγροτικών προϊόντων άρχισαν να αυξάνουν και οι εξαγωγές να πέφτουν και η Ελλάδα άρχισε να αποκτά έλλειμμα στο εμπορικό αγροτικό ισοζύγιο. Η αγορά των 300 εκατομμυρίων, που θα «καταβρόχθιζε» την παραγωγή των αγροτών της χώρας, αποδείχτηκε μια μεγάλη πλάνη. Το 2009 το έλλειμμα στο αγροτικό ισοζύγιο έφτασε να είναι 2,3 δισ. ευρώ. Εφτασαν οι εισαγωγές αγροτοκτηνοτροφικών προϊόντων το 2010 να είναι 6,3 δισ. ευρώ! Και τώρα βγαίνουν αυτοί που οδήγησαν την αγροτική παραγωγή, τους μικρομεσαίους αγρότες και συνολικά τα λαϊκά στρώματα της χώρας σ' αυτό το χάλι, και εκβιάζουν ακόμα και με την τροφή του λαού! Αν δεν διευθετηθεί το χρέος, αν δεν γίνει πράξη το μνημόνιο - λένε στελέχη της κυβέρνησης - τότε δεν θα μπορούν να εισαχθούν ούτε τα απαιτούμενα τρόφιμα, γιατί η χώρα δεν έχει επάρκεια... Πρόκειται δηλαδή για απίστευτη πρόκληση, ενάντια στην κοινή λογική. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του υφυπουργού της κυβέρνησης Παπανδρέου Ντ. Ρόβλια που δήλωσε στον τηλεοπτικό σταθμό «ΑΛΤΕΡ» τη βδομάδα που πέρασε, πως αν δεν διευθετηθούν τα χρέη «δεν θα μπορούμε ν' αγοράσουμε ούτε ζάχαρη, γιατί όπως ξέρετε στην Ελλάδα δεν έχουμε επάρκεια» και επίσης αναφώνησε κάποια στιγμή πως «δεν θα μπορούμε ούτε σιτάρι να εισάγεται»... Τρομοκρατούν το λαό με τα αποτελέσματα της δικής τους ολέθριας πολιτικής!
Καταστροφική πολιτική
Η πολιτική των εκάστοτε κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ και ΝΔ, της ΕΕ, της ΚΑΠ και του ΠΟΕ
συνέθλιψε την αγροτική και κτηνοτροφική παραγωγή και οδήγησε εκατοντάδες
χιλιάδες μικρομεσαίους αγροτοκτηνοτρόφους να βγουν εκτός παραγωγής. Επέβαλε
ποσοστώσεις που εμπόδιζαν την ανάπτυξη της αγροτικής και κτηνοτροφικής
παραγωγής, ενώ επίσης επιδοτούνταν οι χωματερές, δηλαδή να πετιέται η αγροτική
παραγωγή με κοινοτική επιδότηση. Η ίδια πολιτική οδήγησε στο μαζικό ξεπούλημα
συνεταιριστικών εργοστασίων ή και το κλείσιμό τους, ενώ ό,τι έχει απομείνει τα
ξεπουλάει τώρα το μνημόνιο (π.χ. ΔΩΔΩΝΗ και ΣΕΚΑΠ). Παράλληλα διαλύθηκε η
σποροπαραγωγή της χώρας, καθώς και η λιπασματοβιομηχανία, ενώ η αποβιομηχάνιση
στον αγροτικό τομέα έγινε το βασικό χαρακτηριστικό τα τελευταία τριάντα χρόνια.
Εφτασαν τα πράγματα σε σημείο να κλείσουν δεκάδες μεταποιητικές μονάδες στον
καπνό, να κλείσουν οργανώσεις όπως η ΚΥΔΕΠ (δημητριακά) και η ΣΥΝΕΛ (λιπάσματα)
και το πιο πρόσφατο τρανταχτό παράδειγμα είναι ότι έκλεισαν τα δύο από τα πέντε
εργοστάσια της «Ελληνικής Βιομηχανίας Ζάχαρης» το 2007 και τώρα τα άλλα τρία
οδηγούνται στο ξεπούλημα.Η εφαρμογή της ΚΑΠ και των συμφωνιών του ΠΟΕ μόνο αρνητικά αποτελέσματα είχε. Ενα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το μαλακό σιτάρι. Μαλακό σιτάρι σημαίνει αλεύρι και ψωμί. Η χώρα μέχρι το 1992 είχε πλεόνασμα στο εμπορικό αγροτικό ισοζύγιο. Από την αναθεώρηση της ΚΑΠ του 1992 και όλες τις επόμενες αναθεωρήσεις έγινε ελλειμματική σε μαλακό σιτάρι. Να αναφερθεί ότι το 1981 καλλιεργήθηκαν 7.281.747 στρέμματα, το 1992 καλλιεργήθηκαν 3.267.119 στρέμματα, το 2006 τα στρέμματα που καλλιεργήθηκαν ήταν 1.650.000 και το 2010 έφτασαν τα 1.279.000. Δηλαδή το σιτάρι που χρειάζεται η χώρα για το ψωμί της εισάγεται μαζικά. Το κενό τώρα καλύπτεται με μαζικές εισαγωγές. Εξαιτίας των επιταγών της ΚΑΠ και του ΠΟΕ, η Ελλάδα έγινε πλέον ελλειμματική και στη ζάχαρη. Οι κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ και ΝΔ εφάρμοσαν την πολιτική της ΕΕ να περιοριστεί η παραγωγή στο 50% της εθνικής ποσόστωσης και να μειωθεί η τιμή παραγωγού κατά 36,5%. Το αποτέλεσμα ήταν η τευτλοκαλλιέργεια να συρρικνωθεί δραματικά. Το 2005 είχαν καλλιεργηθεί 418.000 στρέμματα με τεύτλα, ενώ το 2006 - πρώτη χρονιά εφαρμογής των νέων μέτρων της ΕΕ - καλλιεργήθηκαν 270.000 στρέμματα. Το 2007 καλλιεργήθηκαν κοντά στα 140.000 στρέμματα και έφτασαν τα πράγματα να καλλιεργηθούν το 2010 136.000 στρέμματα και φέτος μόλις 58.000 στρέμματα. Το αποτέλεσμα είναι ότι ενώ η παραγωγή ζάχαρης ξεπερνούσε τους 320.000 τόνους πριν το 2006 και κάλυπτε τις ανάγκες της χώρας, χωρίς να χρειάζονται εισαγωγές, έφτασε φέτος να είναι μόλις 35.000 τόνοι (!) και να υπάρχει πλέον έλλειψη ζάχαρης στην ελληνική αγορά.
Από αυτήν την πολιτική κερδίζουν μόνο τα μονοπώλια και οι μεγάλες βιομηχανίες. Για παράδειγμα, στη ζάχαρη οι εισαγωγές γίνονται βασικά από τη Γαλλία, ενώ την ΕΒΖ επιδιώκουν να αγοράσουν δύο γερμανικοί όμιλοι. Από την άλλη, η κυβέρνηση ακολουθεί κατά γράμμα τις ευρωεντολές και αντί να δώσει μια τιμή που θα αφήνει ένα λογικό κέδρος στους τευτλοπαραγωγούς, προκειμένου να συνεχίσουν να καλλιεργούν, προτιμά τις εισαγωγές, που στην πράξη στοιχίζουν ακόμα πιο ακριβά! Το ίδιο ισχύει και για την κτηνοτροφία που τα τελευταία χρόνια μαστίζεται ανελέητα από την πολιτική του ευρωμονόδρομου. Οι κτηνοτρόφοι έφτασαν πλέον σε σημείο να μην μπορούν να ταΐσουν τα ζώα τους. Η κτηνοτροφία επλήγη σημαντικά μετά την ένταξη της χώρας στη τότε ΕΟΚ, τώρα ΕΕ. Η αυτάρκεια της χώρας σε κρέας μειώθηκε δραστικά. Στα κοτόπουλα από 100% που ήταν το 1980 μειώθηκε στο 67%, στο βοδινό αντίστοιχα από το 66% έπεσε στο 27%, στο χοιρινό από 84% στο 41% και στο αιγοπρόβειο κρέας από 92% στο 80%.
Υπάρχει λύση
Η κατάσταση δεν πρόκειται να αλλάξει προς το καλύτερο για τους
αγροτοκτηνοτρόφους αν δεν υπάρξουν: Εγγυημένες τιμές παραγωγού και επιδοτήσεις
που θα διασφαλίζουν βιώσιμο εισόδημα. Μείωση του κόστους παραγωγής. Προστασία
της εγχώριας παραγωγής από τις αθρόες εισαγωγές.Αυτό σημαίνει ανάγκη αλλαγής της εφαρμοζόμενης πολιτικής. Σ' αυτό το σάπιο σύστημα οι φτωχομεσαίοι αγρότες και κτηνοτρόφοι δεν έχουν σωτηρία, αφού η ακολουθούμενη πολιτική στοχεύει στο ξεκλήρισμά τους προς όφελος των συμφερόντων των καπιταλιστών παραγωγών και των μονοπωλίων.
Μπορεί τα στελέχη της κυβέρνησης και των κομμάτων του ευρωμονόδρομου να καμώνονται τους ανήξερους για τις συνέπειες της πολιτικής που επί δεκαετίες έχουν αποδεχτεί και επιβάλει στη χώρα, αλλά οι ευθύνες τους δεν μπορούν να κρυφτούν. Το γεγονός ότι δεν υπάρχει επάρκεια και αυτάρκεια στη χώρα σε σιτάρι, σε ζάχαρη, σε κρέας, σε γάλα και άλλα αγροτικά προϊόντα, είναι το αποτέλεσμα της ολέθριας πολιτικής των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, που μετέτρεψαν την Ελλάδα από χώρα εξαγωγής αγροτικών προϊόντων σε χώρα που καταναλώνει ό,τι «σαβούρα» της σερβίρουν οι πολυεθνικές από το εξωτερικό.
Η χώρα μπορεί να αναπτύξει την παραγωγή της σε γεωργία και κτηνοτροφία, να αποκτήσει αυτάρκεια σε αγροτοκτηνοτροφικά προϊόντα και μπορεί να αυξήσει τις εξαγωγές της. Μπορεί να παράγει φτηνά και υγιεινά προϊόντα σε όφελος του λαού. Τα ατού που διαθέτουμε είναι πολλά. Το εύφορο έδαφος, το κατάλληλο κλίμα, οι υπάρχουσες υποδομές και οι δυνατότητες της χώρας. Αλλά κάτι τέτοιο δεν μπορεί να γίνει με τους αντιαγροτικούς κανονισμούς της ΚΑΠ, με όρους «ελεύθερης αγοράς», με τους νόμους του κέρδους, σε καθεστώς κυριαρχίας των μονοπωλίων και με τους όρους του μνημονίου.
Το συμφέρον το μικρομεσαίων αγροτών βρίσκεται στην πρόταση του ΚΚΕ για αποδέσμευση από την ΕΕ, κοινωνικοποίηση των συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής και γης, κεντρικό σχεδιασμό της παραγωγής και λαϊκό έλεγχο.
Αυτό στην πράξη σημαίνει ότι θα παράγονται οι ποσότητες που χρειάζονται, για να καλυφθούν οι λαϊκές ανάγκες και όπου υπάρχει δυνατότητα, θα γίνονται εξαγωγές. Σημαίνει κοινωνικοποίηση των μονοπωλίων που δραστηριοποιούνται στον τομέα της βιομηχανίας αγροτικών εφοδίων, δηλαδή λιπάσματα, φυτοφάρμακα, ενέργεια, μηχανήματα κλπ, αλλά και της μεταποιητικής βιομηχανίας. Μόνο έτσι τα αγροτικά εφόδια θα είναι φθηνότερα, γιατί δεν θα υπάρχει το καπιταλιστικό κέρδος. Η παραγωγή θα απορροφάται από τα κρατικά εργοστάσια με την κατάργηση της καπιταλιστικής αγροτικής εκμετάλλευσης και τη συνεταιριστικοποίηση της αγροτικής παραγωγής, από τη δημιουργία και στήριξη παραγωγικών συνεταιρισμών των μικρομεσαίων αγροτών που θα ενοποιούν τις μικροϊδιοκτησίες στη μεγάλη συνεταιριστική, με κοινές καλλιεργητικές φροντίδες και συλλογή, με κρατική επιστημονική στήριξη. Αυτό σημαίνει ότι κανένας μικρομεσαίος αγρότης δεν θα ξεκληριστεί. Οι μικρομεσαίοι αγρότες δεν θα έχουν καμία αγωνία σε τι τιμή θα αγοράσουν σπόρους, λιπάσματα, φυτοφάρμακα και άλλα, και σε τι τιμές θα πουλήσουν τα προϊόντα τους. Θα εργάζονται ανθρώπινα στον παραγωγικό συνεταιρισμό ή στο εργοστάσιο και, φυσικά, καμιά αβεβαιότητα δεν θα υπάρχει στους εργαζόμενους στα εργοστάσια, που θα είναι κοινωνικοποιημένα. Αυτός ο τρόπος παραγωγής θα σχεδιάζεται για κάθε προϊόν και κλάδο και για την κτηνοτροφία, για παραγωγή εγχώριων, φθηνών, ποιοτικών τροφίμων, καλύπτοντας τις διατροφικές και άλλες ανάγκες του λαού. Αυτός ο παραγωγικός τρόπος εξασφαλίζει δουλειά και όχι ανεργία, εγγυάται ανάπτυξη παραγωγικών δυνάμεων σε όφελος της λαϊκής ευημερίας, δίνει προοπτική και συμφέρει τους μικρομεσαίους αγρότες, εργατοϋπάλληλους, μικροεπαγγελματίες και νέους. Η μικρομεσαία αγροτιά θα πρέπει να αντιληφθεί πως η λύση βρίσκεται στον παραγωγικό συνεταιρισμό, στο πλαίσιο της λαϊκής εξουσίας και λαϊκής οικονομίας.
Κώστας ΔΕΤΣΙΚΑΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου