ΤΑΞΙΚΑ ΕΝΕΡΓΟΙ ΠΟΛΙΤΕΣ

ΤΑΞΙΚΑ ΕΝΕΡΓΟΙ ΠΟΛΙΤΕΣ ΜΕ ΟΡΑΜΑ ΤΗΝ ΛΑΪΚΗ ΕΞΟΥΣΙΑ
"AMAT VICTORIA CURAM"="H ΝΙΚΗ ΑΠΑΙΤΕΙ ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ"
για επικοινωνία και για τις αναρτήσεις,
τις σκέψεις και τις γνώμες σας,στο: predatorus_preda@easy.com

Κυριακή 18 Νοεμβρίου 2012

«Σπλάχνο των σπλάχνων» της εργατικής τάξης της Ελλάδας Στα 94 χρόνια από την ίδρυση του ΚΚΕ

ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΟ ΚΟΜΜΑ ΕΛΛΑΔΑΣ

«Εις το ξενοδοχείον "Πειραιεύς", εις την αίθουσαν του σωματείου των μηχανικών ατμοπλοίων... (λογοκρισία 3 γραμμών) συνήλθε χτες εις την πρώτην συνεδρίασίν του το πρώτον σοσιαλιστικόν συνέδριον της Ελλάδος, με κύριον σκοπόν την συνένωσιν όλων των εν Ελλάδι σοσιαλιστικών ομάδων εις ένα ενιαίον κόμμα διοικούμενον ενιαίως και αντιπροσωπευόμενον εις την Διεθνή. Η έναρξις εγένετο εις τας 10 π.μ...» («Ριζοσπάστης» 5, (18) του Νοέμβρη 1918).
Ετσι άρχιζε ο «Ριζοσπάστης» το ρεπορτάζ από την πρώτη μέρα, στις 17 Νοέμβρη 1918, των εργασιών του ιδρυτικού Συνεδρίου του Κόμματός μας, που φέτος κλείνει 94 χρόνια ζωής και δράσης, από τη στιγμή της συγκρότησης των διαφόρων σοσιαλιστικών ομίλων σε ενιαίο κόμμα, στην πρωτοπορία της οργάνωσης και καθοδήγησης της ταξικής πάλης της εργατικής τάξης της Ελλάδας, για την ανατροπή του καπιταλισμού και την οικοδόμηση του σοσιαλισμού - κομμουνισμού.
Το Κόμμα μας, «τέκνο της ανάγκης και ώριμο τέκνο της οργής», ήταν ώριμος καρπός της ελληνικής οικονομικής και κοινωνικής πραγματικότητας, της εξέλιξης του καπιταλισμού. Ενσάρκωσε τη συνένωση της επιστημονικής κοσμοθεωρίας του κομμουνισμού με το εργατικό κίνημα. Η εμφάνισή του σηματοδότησε την ιδεολογική και πολιτική χειραφέτηση της εργατικής τάξης.
Το ΚΚΕ ιδρύθηκε με την ονομασία Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα Ελλάδας (ΣΕΚΕ). Στο Δεύτερο Συνέδριό του, που συνήλθε τον Απρίλη, 5 - 12 (18 - 25) του 1920 και αποφάσισε την προσχώρηση στη Γ' Κομμουνιστική Διεθνή και την αποδοχή των αρχών και των ψηφισμάτων της, αποφασίστηκε να προστεθεί στον τίτλο του Κόμματος η λέξη «Κομμουνιστικό» και έτσι το κόμμα ονομαζόταν Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα Ελλάδος (Κομμουνιστικό), ΣΕΚΕ (Κ). Στο ίδιο Συνέδριο αποφασίστηκε να τεθεί ο «Ριζοσπάστης» υπό τον έλεγχο της ΚΕ. Ενα χρόνο αργότερα, την 1η Αυγούστου 1921, ο «Ριζοσπάστης» έγινε «επίσημο όργανο του ΣΕΚΕ (Κ)». Εως τότε, επίσημο όργανο της ΚΕ του Κόμματος ήταν η εφημερίδα «Εργατικός Αγών» με εκδότη τον Δημοσθένη Λιγδόπουλο.
Τη μετονομασία του σε Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας την αποφάσισε το τρίτο έκτακτο Συνέδριό του, που συνήλθε από τις 26 Νοέμβρη έως τις 3 Δεκέμβρη του 1924. Το Συνέδριο, ομόφωνα, δέχτηκε όλες τις αποφάσεις της Κομμουνιστικής Διεθνούς, της Βαλκανικής Κομμουνιστικής Ομοσπονδίας και τους 21 όρους εισδοχής των Κομμουνιστικών Κομμάτων στη Διεθνή. Σ' αυτό το Συνέδριο, το Κόμμα, από ΣΕΚΕ (Κ), μετονομάστηκε σε Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας (Ελληνικό Τμήμα της Κομμουνιστικής Διεθνούς), ΚΚΕ (ΕΤΚΔ).
Η ίδρυση του ΚΚΕ ήταν νομοτελειακή κατάληξη μιας μακροχρόνιας διαδικασίας, που οδήγησε στη συνένωση της επαναστατικής κοσμοθεωρίας με το εργατικό κίνημα, στο επαναστατικό προλεταριακό κόμμα. Η οργανική συνύπαρξη της θεωρίας με το κίνημα προϋποθέτει μια μεγάλη περίοδο διεργασιών, που έχει σχέση, αφ' ενός, με τη διάδοση του μαρξισμού, αφ' ετέρου, με την πολιτική συνείδηση της ίδιας της εργατικής τάξης και την κατάκτηση πείρας και οργάνωσής της σε δικούς της φορείς για τα δικά της συμφέροντα. Αλλά και η ύπαρξη αυτών των προϋποθέσεων σημαίνει ότι η κοινωνική εξέλιξη έχει δημιουργήσει τους παράγοντες που γεννούν αυτές τις προϋποθέσεις. Οπως η ύπαρξη και εδραίωση των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής, η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, έτσι που να υπάρχει εργατική τάξη και να έχει αρχίσει η συγκέντρωσή της, αλλά και η δράση πρωτοπόρων αστών διανοητών για την επεξεργασία, τη θεμελίωση και τη διάδοση της επιστημονικής κοσμοθεωρίας και, κυρίως, η διάδοσή της, μέσα στην εργατική τάξη.
Τέτοιες ήταν οι συνθήκες που επικρατούσαν στην Ελλάδα στις αρχές του 20ού αιώνα, αλλά κυοφορούνταν από το τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα.
Το 1890, ο Σταύρος Καλλέργης ιδρύει τον «Κεντρικό Σοσιαλιστικό Σύλλογο» στην Αθήνα, με παραρτήματα και σε άλλες πόλεις.
Το τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα, στην Ελλάδα, η εργατική τάξη αρχίζει να συγκεντρώνεται στα πρώτα εργοστάσια που κάνουν την εμφάνισή τους μετά το 1870. Ετσι εμφανίζεται το βιομηχανικό προλεταριάτο.
Μέχρι τότε, οι εργάτες ήταν διάσπαρτοι σε μαγαζιά, μικρές βιοτεχνίες, στα λιμάνια και τα εμπορικά πλοία και σε ελάχιστες εξορυκτικές μονάδες. Αυτήν την εποχή, οργανώνονται και τα πρώτα σωματεία και οι πρώτοι αξιόλογοι οργανωμένοι συνδικαλιστικοί εργατικοί αγώνες.
Η πρώτη, βεβαίως, εργατική απεργία έγινε το 1826 από τους τυπογράφους του Ναυπλίου, αλλά σταθμός στην ιστορία του ελληνικού εργατικού κινήματος ήταν η μεγάλη απεργία των μεταλλωρύχων του Λαυρίου το 1896 που πήρε τη μορφή της εξέγερσης.
Την ίδια περίοδο, προς το τέλος του 19ου αιώνα, αναπτύσσεται και η σοσιαλιστική φιλολογία, κυρίως μέσω εφημερίδων με έργα όπως του Μπέμπελ «Γυνή και Κοινωνισμός» (Γυναίκα και Σοσιαλισμός), του Βέλγου Λεβαλιέ «Ιστορία και θεωρία του Σοσιαλισμού» και το έργο του Μαρξ «Μισθωτή Εργασία και Κεφάλαιο». Στις αρχές του 20ού αιώνα, το 1907, κυκλοφορεί το πρώτο θεωρητικό έργο της ελληνικής σοσιαλιστικής φιλολογίας, το βιβλίο του Γ. Σκληρού (Γ. Κωνσταντινίδης) με τίτλο «Το Κοινωνικό μας ζήτημα», που έκανε την πρώτη προσπάθεια διερεύνησης των προβλημάτων της ελληνικής κοινωνίας με βάση τον ιστορικό υλισμό, προπαγανδίζοντας το αναπόφευκτο της πάλης των τάξεων σαν το μοναδικό παράγοντα της κοινωνικής προόδου. Στη συνέχεια, ο Κώστας Χατζόπουλος, που ενστερνίστηκε τις σοσιαλιστικές ιδέες στη Γερμανία, μεταφράζει το κλασικό ιστορικό έργο «Το Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος» των Μαρξ - Ενγκελς, με τίτλο «Το Κοινωνιστικό Μανιφέστο» και αργότερα το έργο του Ενγκελς «Η εξέλιξη του σοσιαλισμού από ουτοπία σε επιστήμη», με τίτλο «Ο επιστημονικός και ουτοπικός σοσιαλισμός», ενώ αργότερα άρχισε να δημοσιεύει η εφημερίδα «Κοινωνισμός» αποσπάσματα από το «Κεφάλαιο» του Μαρξ. Το ελληνικό σοσιαλιστικό κίνημα μπαίνει πλέον στην περίοδο ωριμότητας, ανοίγοντας το δρόμο στο εργατικό κίνημα να γνωριστεί με την επιστημονική κοσμοθεωρία.
Το 1911 συγκροτείται στην Αθήνα το Σοσιαλιστικό Κέντρο από τον Ν. Γιαννιό. Το Σοσιαλιστικό Κέντρο έχει δικό του πρόγραμμα και αρχές, με βάση τα διεθνή σοσιαλιστικά συνέδρια της Β` Διεθνούς. Την ίδια χρονιά (1911), με πρωτοβουλία πάλι του Γιαννιού, ιδρύθηκε το Σοσιαλιστικό Κέντρο Πειραιά.
Το 1912, στην Αθήνα ιδρύεται ο Σοσιαλιστικός Ομιλος της Ελληνικής Νεολαίας, από νέους εργάτες, και εκδίδει το δεκαπενθήμερο περιοδικό «Ανάστασις». Ο όμιλος αυτός εντάχθηκε στο Σοσιαλιστικό Κέντρο της Αθήνας του Ν. Γιαννιού, ενώ συνδέθηκε και με τη Διεθνή Σοσιαλιστική Νεολαία. Το 1912 ιδρύεται και ο Σοσιαλιστικός Ομιλος της Κέρκυρας, ενώ μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους συγκροτείται η Σοσιαλιστική Νεολαία Καβάλας που αναπτύσσει έντονη σοσιαλιστική προπαγάνδα και δράση στους καπνεργάτες.
Το 1914, ο Π. Δημητράτος ίδρυσε στην Αθήνα τη Σοσιαλιστική Εργατική Ενωση και το 1916 ιδρύθηκε η Σοσιαλιστική Νεολαία της Αθήνας, με πρωτοβουλία του Δημοσθένη Λιγδόπουλου και των συμφοιτητών του Σπ. Κομιώτη, Φρ. Τζουλάτη και αδελφών Δούμα. Αυτή η οργάνωση έδινε έμφαση στις αρχές του επιστημονικού σοσιαλισμού και στην ανάγκη της διαφώτισης και οργάνωσης της εργαζόμενης νεολαίας. Εξέδιδε δε και την εφημερίδα «Εργατικός Αγών» που διηύθυνε ο Λιγδόπουλος.
Η Φεντερασιόν, σοσιαλιστική οργάνωση που δρούσε στη Θεσσαλονίκη και συσπείρωνε στις γραμμές της εκπροσώπους από εργάτες όλων των εθνικοτήτων της πόλης (Ελληνες, Τούρκους, Εβραίους, Βούλγαρους) και είχε οργανώσει και καθοδηγήσει σημαντικούς εργατικούς αγώνες στη Μακεδονία, είχε συνειδητοποιήσει περισσότερο την ανάγκη οργάνωσης κόμματος της εργατικής τάξης της Ελλάδας. Ετσι, πήρε την πρωτοβουλία της σύγκλησης, τον Απρίλη του 1915 στην Αθήνα, της πρώτης Πανελλαδικής Σοσιαλιστικής Συνδιάσκεψης, στην οποία συμμετείχαν αντιπρόσωποί της και αντιπρόσωποι της Σοσιαλιστικής Ενωσης, των Σοσιαλιστικών Κέντρων του Πειραιά, του Βόλου, της Κέρκυρας και της Μυτιλήνης, καθώς και των εφημερίδων «Αβάντι» (Θεσσαλονίκης) και «Οργάνωσις».
Η Συνδιάσκεψη κατέληξε σε μια σειρά διακηρύξεις για τα δικαιώματα της εργατικής τάξης και την ανάγκη ίδρυσης δικού της κόμματος χωρίς να προχωρήσει σ' αυτό.
Η Οχτωβριανή Επανάσταση στη Ρωσία επιδρά αποφασιστικά στην επιτάχυνση των διαδικασιών και στην ωρίμανση της ανάγκης ίδρυσης κόμματος του προλεταριάτου.
Τον Αύγουστο του 1918 πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα εργατική Συνδιάσκεψη, με σκοπό την προετοιμασία της σύγκλησης Πανελλαδικού Εργατικού Συνεδρίου. Το Πανελλαδικό Εργατικό Συνέδριο άρχισε τις εργασίες του στην Αθήνα στις 21 του Οκτώβρη (3 του Νοέμβρη) του 1918 και τις συνέχισε στον Πειραιά. Υστερα από έντονη και σκληρή ιδεολογική αντιπαράθεση, το Συνέδριο υιοθέτησε την αρχή της πάλης των τάξεων μακριά από κάθε αστική χειραγώγηση. Ετσι ιδρύθηκε η ΓΣΕΕ.
Λίγες μέρες μετά το εργατικό συνέδριο και την ίδρυση της ΓΣΕΕ, συνήλθε το 1ο Πανελλαδικό Σοσιαλιστικό Συνέδριο, το ιδρυτικό Συνέδριο του ΣΕΚΕ.
Το κόμμα της εργατικής τάξης από την πρώτη στιγμή της ίδρυσής του επέμεινε στην οργάνωσή του σύμφωνα με τις αρχές της επιστημονικής κοσμοθεωρίας, αλλά και στην εξασφάλιση στις συγκεκριμένες συνθήκες της πρωτοπορίας από την άποψη της ιδεολογίας, της πολιτικής και της δράσης για την υπεράσπιση των συμφερόντων της εργατικής τάξης και όλου του λαού. Ηταν κόμμα επαναστατικό - διεθνιστικό. Τάχτηκε στο πλευρό της Οχτωβριανής Επανάστασης.
Ο «Ριζοσπάστης», την Παρασκευή 10 (23) Νοέμβρη 1918 αναφέρει τη συζήτηση και απόφαση για αποστολή χαιρετιστηρίου προς τη Σοβιετική Ρωσία: «Κατά την συνεδρίασιν της Πέμπτης επί τη επετείω της Ρώσικης δημοκρατίας των σοβιέτ, εγένετο δεκτόν ψήφισμα χαιρετισμού προς αυτήν και διαμαρτυρία διά τη μελετώμενην επέμβασιν των Συμμάχων». Ταυτόχρονα, στο Πρόγραμμα του Κόμματος, στο πρώτο μέρος με τίτλο «Αρχαί του Κόμματος», είναι διατυπωμένη με σαφήνεια η προσήλωσή του στο Διεθνισμό. «Τα συμφέροντα των εργατών εις όλας τας χώρας που έχουν καπιταλιστικήν παραγωγήν είναι τα ίδια. Με την ανάπτυξιν της παγκοσμίου συγκοινωνίας και με τη δημιουργία της παγκοσμίου αγοράς διά την χονδρικήν παραγωγήν η κατάστασις των εργατών μιας χώρας αφομοιώνεται και εξαρτάται από τη γενικήν κατάστασιν των εργατών εις άλλας χώρας. Η απελευθέρωσις λοιπόν της εργατιάς είναι έργον εις το οποίον οι εργάται όλων των χωρών λαμβάνουν από κοινού μέρος. Τούτο συναισθανόμενον και το Σοσιαλιστικόν Εργατικόν Κόμμα της Ελλάδος, κηρύσσει εαυτό ηνωμένον με όλους τους εργάτας των άλλων χωρών που έχουν προαχθεί εις συναίσθησιν της τάξεώς των».
Το ιδρυτικό Συνέδριο του ΣΕΚΕ (ΚΚΕ) ήταν για την εργατική τάξη, το λαό της Ελλάδας, το πιο σημαντικό ιστορικό γεγονός της εποχής, γιατί μπήκε το θεμέλιο της ανάπτυξης της συνειδητής ταξικής πολιτικής πάλης για την εκπλήρωση του ιστορικού ρόλου της εργατικής τάξης. Στο Συνέδριο έγινε έντονη ιδεολογική αντιπαράθεση στα πιο κρίσιμα ζητήματα, όπως ο χαρακτήρας του Κόμματος και το πρόγραμμά του.
Εκδηλώθηκαν τρεις τάσεις. Η μία ήταν η επαναστατική των σοσιαλιστών που συσπειρώθηκαν γύρω από τον Δημοσθένη Λιγδόπουλο, τον Σπύρο Κομιώτη και τον Μιχ. Οικονόμου.
Η δεύτερη ήταν δεξιά ρεφορμιστική με τους Α. Σιδέρη, Ν. Γιαννιό και Π. Δημητράτο.
Εκφράστηκε επίσης και μια τρίτη τάση κεντριστική, με εκπρόσωπο τον Α. Μπεναρόγια.
Οξύτατη συζήτηση έγινε για το θέμα των μεταρρυθμίσεων, αν θα λέγεται ή όχι το πρόγραμμα μεταρρυθμιστικό. Για το πολίτευμα, αν υπάρχει διαφορά ανάμεσα στη βασιλεία και τη δημοκρατία. Για την Κοινωνία των Εθνών, αν πρέπει να υποστηριχτεί ή όχι. Για τον πόλεμο, αν επιβάλλεται αποχή από κάθε πόλεμο ή μόνο από τον αστικό. Για την εθνικοποίηση ή απαλλοτρίωση της γης.
Μέσα από την ιδεολογική διαπάλη στο ιδρυτικό Συνέδριο, επικράτησαν στα περισσότερα και πιο κρίσιμα ζητήματα οι θέσεις των σοσιαλιστών υπό τον Δ. Λιγδόπουλο, οι επαναστατικές.
Η δεξιά τάση, με επικεφαλής τον Ν. Γιαννιό, που βρέθηκε στη θέση της μειοψηφίας στο Συνέδριο, αποχώρησε αφού δεν κατάφερε να αναγνωριστεί από τους συνέδρους σαν τάση με δικό της καθοδηγητικό κέντρο.
Την τελευταία μέρα, το Συνέδριο κατέληξε για το δημοσιογραφικό όργανο του Κόμματος και ψήφισε τελικά ντοκουμέντα.
Στο ιδρυτικό ψήφισμα κατοχυρώθηκε ο προλεταριακός - διεθνιστικός χαρακτήρας του Κόμματος, ως εξής:
«Το Σοσιαλιστικόν Εργατικόν Κόμμα της Ελλάδος βασίζεται επί των εξής θεμελιωδών αρχών:
1. Πολιτική και οικονομική οργάνωσις του προλεταριάτου σε ξεχωριστό κόμμα τάξεως για την κατάκτησιν της πολιτικής εξουσίας και τη δημοσιοποίησιν των μέσων της παραγωγής και ανταλλαγής, δηλαδή τη μεταβολήν της κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας εις κοινωνίαν κολεχτιβικήν ή κομμουνιστικήν.
2. Διεθνής συνεννόησις και δράσις των εργατών».
Τα ντοκουμέντα, που ψήφισε το συνέδριο και ιδιαίτερα το πρώτο σοσιαλιστικό πρόγραμμα, είναι πραγματικά ιστορικά, όχι μόνο γιατί η εργατική τάξη απέκτησε καθοδηγητικό ντοκουμέντο για την ανάπτυξη του ταξικού αγώνα, αλλά και γιατί διατυπώνει πρωτοπόρες πολιτικές διεκδικήσεις, αναδεικνύοντας στη συγκεκριμένη ιστορική περίοδο ότι το κόμμα εξέφραζε την πιο φωτεινή σκέψη της εποχής. Ορισμένες απ' αυτές τις διεκδικήσεις είναι ακόμη επίκαιρες.
Η «κατάργησις όλων των νόμων που περιορίζουν τα δικαιώματα της γυναικός και του νόθου παιδιού», «η ελευθερία πάσης θρησκείας χωρίς την ανάγκη επισήμου θρησκείας», η «κατάργησις της μυστικής διπλωματίας», η «μετατροπή του συστήματος φυλακών εις μορφωτικά ιδρύματα» είναι μερικά από τα πιο πρωτοπόρα πολιτικά για την εποχή, αλλά και για το σήμερα, αιτήματα. Στο Πρόγραμμα, επίσης, γίνεται προσπάθεια να διατυπωθούν αιτήματα για την αγροτιά, τόσο με την «ελευθερία των συνεταιρισμών», όσο και με «την εθνικοποίηση των τσιφλικιών και των μοναστηριακών κτημάτων και την παραχώρησή των εις τας κοινότητας των καλλιεργητών».
Το πρόγραμμα, αποτελούνταν από δύο ενότητες, τις αρχές, που διατύπωναν τη στρατηγική και την ταχτική και το «πρόγραμμα των σημερινών απαιτήσεων», τις άμεσες διεκδικήσεις.
ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΠΟΛΙΤΙΚΑΙ
1) Την κατάργησιν του βασιλικού θεσμού και την εκδημοκράτησιν της νομοθετικής, εκτελεστικής και δικαστικής εξουσίας, δηλαδή την εγκαθίδρυσιν της λαϊκής δημοκρατίας, ως μεταβατικής περιόδου διά την πραγματοποίησιν της σοσιαλιστικής πολιτείας.
2) Το δικαίωμα της ψηφοφορίας και της εκλογής εις άνδρας και γυναίκας για κάθε είδος εκλογής. Το εκλογικόν σύστημα της αναλογικής αντιπροσωπείας, τη συντόμευσιν της βουλευτικής περιόδου από τέσσερα χρόνια εις δύο, τη στενή εκλογική περιφέρεια και το ψηφοδέλτιο.
3) Εισαγωγή του θεσμού του δημοψηφίσματος (ρεφερέντουμ), δυνάμει του οποίου η κυβέρνησις υποχρεούται να εισάγη εις την Βουλήν εντός ωρισμένης προθεσμίας πρότασιν νόμου, την οποίαν ωρισμένος αριθμός πολιτών ήθελε ζητήσει. Επίσης, η κυβέρνησις να υποχρεούται να απευθύνεται προς τον λαόν, όπως διά δημοψηφίσματος εξακριβούται αμέσως η γνώμη αυτού επί ωρισμένων σπουδαίων ζητημάτων και ειδικώς, προκειμένου περί επιστρατεύσεως, πολέμου, συνθήκης, σπουδαίας φορολογικής, διοικητικής ή δικαστικής νομοθεσίας. Διά του δημοψηφίσματος, ο λαός θα δύναται να ασκή και άμεσον έλεγχον επί της κυβερνήσεως.
4) Κατάργησις του στρατιωτικού νόμου και ρητή απαγόρευσις νομοθετικών διαταγμάτων.
5) Αποκέντρωσις της διοικήσεως και οργάνωσις των νομών, δήμων και κοινοτήτων επί βάσεων δημοκρατικών.
6) Πολιτική ειρήνης, συνεννοήσεως και ειλικρινούς συνεργασίας με όλα τα κράτη. Κατάργησις της μυστικής διπλωματίας, των μυστικών συνθηκών και προϋπολογισμών. Υποχρεωτική διαιτησία δι' όλας τας μεταξύ των κρατών διαφοράς. Βαλκανική Δημοκρατική Ομοσπονδία. Η Κοινωνία των Εθνών.
7) Την μετατροπήν του ενεργού στρατού εις εθνοφρουράν και εκδημοκράτησίν της. Αποχήν κατ' αρχήν από κάθε πόλεμον. Αφοπλισμός όλων των κρατών και αναγκαστική διαιτησία διά πάσαν διαφοράν μεταξύ αυτών. Αναγνώρισις της εθνικής αμύνης κατόπιν αποφάσεως της διαιτητικής επιτροπής της Κοινωνίας των Εθνών. Αποχή από κάθε συμμαχίαν που φέρει εις πόλεμον.
8) Πλήρης ελευθερία των συνεταιρισμών, συνδικάτων, οργανώσεων κ.λπ., χωρίς καμμίαν ούτε κυβερνητικήν, ούτε δικαστικήν έγκρισιν ή άδειαν και αφαίρεσιν του δικαιώματος του κράτους να διαλύη τα σωματεία. Τούτο να αφορά και τας οργανώσεις των δημόσιων υπαλλήλων.
9) Πλήρης ελευθερία του Τύπου άνευ οιασδήποτε λογοκρισίας και περιορισμού και υπαγωγή παντός αδικήματος του Τύπου εις την δικαιοδοσίαν των ενόρκων.
10) Πλήρης εξασφάλισις της προσωπικής εκάστου ελευθερίας, αποζημίωσις παντός παρανόμως κρατηθέντος ή αθωωθέντος κατόπιν προφυλακίσεως. Καθορισμός ανωτάτου ορίου προφυλακίσεως. Πλήρης εξασφάλισις της οικιακής ασυλίας, επεκτεινόμενης και εις τα γραφεία κλπ. καταστήματα των σωματείων και κατάργησις όλων των νόμων που καταπατούν ή περιορίζουν την ελευθερίαν της σκέψεως. Κατάργησις των νόμων περί εκτοπίσεως.
11) Ελευθερία πάσης θρησκείας χωρίς την ανάγκην επισήμου θρησκείας. Η θρησκεία να αναγνωρισθή ως ιδιωτική υπόθεσις και η εκκλησία ως ιδιωτικόν ίδρυμα. Απαγόρευσις εις τους κληρικούς να διδάσκουν εις τα σχολεία. Ενέργεια των ληξιαρχικών πράξεων υπό της τοπικής διοικήσεως. Κατάργησις όλων των δημοσίων νόμων διά εκκλησιαστικούς και θρησκευτικούς σκοπούς και κατάργησις των διά θρησκευτικούς σκοπούς επιβαλλόμενων φόρων. Καθιέρωσις και του πολιτικού γάμου.
12) Πλήρης αστική, πολιτική, οικονομική και κοινωνική εξίσωσις των γυναικών προς τους άνδρας. Κατάργησις όλων των νόμων που περιορίζουν τα δικαιώματα της γυναικός και του νόθου παιδιού.
13) Απονομή της δικαιοσύνης υπό δικαστών εκλεγομένων υπό του λαού. Δωρεάν η συνηγορία και η διαδικασία. Οι ένορκοι να κρίνωσι και επί της επιβολής της ποινής και να δικάζωσι κατ' έφεσιν τας αποφάσεις των κατωτέρων δικαστηρίων. Να συστηθούν ιδιαίτερα δικαστήρια και διά τους ανήλικους. Υπαγωγή εις την Δικαιοσύνην των ορκωτών δικαστηρίων των κατά δημοσίων ή δημοτικών υπαλλήλων αδικημάτων, ως και η υπαγωγή εις την ιδίαν δικαιοδοσίαν των αδικημάτων των υπαλλήλων τούτων κατά πολιτών. Κατάργησις της θανατικής ποινής. Κατάργησις των στρατοδικείων και ναυτοδικείων. Οργάνωσις του σώματος των ενόρκων δημοκρατικώς.
14) Μετατροπή του συστήματος των φυλακών εις μορφωτικά ιδρύματα και βελτίωσις των υγιεινών συνθηκών αυτών. Ιδρυσης χωριστών φυλακών δι' ανηλίκους και γυναίκας ως επίσης διά τα πολιτικά αδικήματα.
15) Δωρεάν παροχήν της ιατρικής περιθάλψεως και των φαρμάκων.
16) Εκλαΐκευσις της εκπαιδεύσεως. Αυστηρά εφαρμογή της υποχρεωτικής εκπαιδεύσεως. Παροχή τροφής και των μέσων της διδασκαλίας εις τα παιδιά υπό των δήμων και κοινοτήτων. Ανώτατος αριθμός δι' έκαστον διδάσκαλον 25 μαθηταί και τάξεων εις ας διδάσκει δύο. Εκδημοκράτησις της διοικήσεως της εκπαιδεύσεως. Κατάργησις του άρθρου του Συντάγματος περί γλώσσης και εισαγωγή της δημοτικής γλώσσης εις όλην την εκπαίδευσιν. Εισαγωγή εις τα σχολεία της γλώσσης των διαφόρων εθνικοτήτων διά τους εκ τούτων μαθητάς.
17) Ανοικοδόμησις σχολικών κτιρίων και πολλαπλασιασμός των σχολείων.
18) Κατάργησις των εμμέσων φόρων και παντός φόρου εις τα είδη της πρώτης ανάγκης. Προοδευτική φορολογία επί του εισοδήματος και των κεφαλαίων διά την πληρωμήν όλων των δημοσίων δαπανών, αίτινες καλύπτονται διά φόρων. Βαρεία προοδευτική φορολογία επί των κληρονομιών αναλόγως προς το μέγεθος της κληρονομικής μερίδος και του βαθμού της συγγενείας.
19) Συμμετοχή του κράτους εις τα κέρδη των μεγάλων μονοπωλίων, εταιρειών και επιχειρήσεων. Κατάσχεσις των έκτακτων κερδών. Εθνικοποίησις των ατμοπλοίων και σιδηροδρόμων, μεταλλείων, τραπεζών, ως και των μεγάλων επιχειρήσεων και συμμετοχή εις την διοίκησιν των ενδιαφερομένων εργατών.
20) Χρησιμοποίησις των πόρων του κράτους πρωτίστως διά παραγωγικούς σκοπούς.
21) Την εθνικοποίησιν των τσιφλικιών και των μοναστηριακών κτημάτων και την παραχώρησίν των εις τας κοινότητας των καλλιεργητών.
ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΥΠΕΡ ΤΩΝ ΕΡΓΑΤΩΝ
1) Οι επιθεωρηταί και επόπται εργασίας διά την εφαρμογήν της εργατικής νομοθεσίας να είναι επαρκείς και να εκλέγωνται από τους οργανωμένους εργάτας.
2) Συμπλήρωσις της ήδη υπαρχούσης εργατικής νομοθεσίας. α) Την διά νόμου καθιέρωσιν του οκταώρου ως ανωτάτου ορίου εργασίας. β) Τον διά νόμου καθορισμόν του κατωτάτου ορίου αμοιβής. γ) Την διά νόμου καθιέρωσιν της υποχρεωτικής Κυριακής αργίας και αγγλικής εβδομάδος. δ) Την ίδρυσιν υπό του κράτους ταμείων εργατικών συντάξεων, αλληλοβοηθείας και προς συντήρησιν και θεραπείαν των ασθενούντων εργατών λόγω των συνθηκών και της φύσεως της εργασίας. ε) Την υπό του κράτους ανέγερσιν και συντήρησιν σανατορίων προς απομόνωσιν και θεραπείαν των φυματιώντων εργατών. στ) Την διά νόμου υποχρέωσιν των δήμων και κοινοτήτων να συντηρούν γυναικολογικά μαιευτήρια διά τας γυναίκας των εργατών με πλήρεις αποδοχάς οκτώ πριν του τοκετού και οκτώ μετ' αυτόν εβδομάδας. ζ) Την διά νόμου καθιέρωσιν νομίμου συστήματος επαγγελματικής εκπαιδεύσεως τη συμπράξει και των οργανωμένων εργατών. η) Την διά νόμου καθιέρωσιν του κλεισίματος των εργοστασίων και επιχειρήσεων εκείνων, των οποίων οι εργάται απεργούν σύμφωνα με τας αποφάσεις των σωματείων των. θ) Την διά νόμου καθιέρωσιν ειδικών δικαστηρίων προς εκδίκασιν των ατομικών υποθέσεων μεταξύ εργατών και εργοδοτών τη συμπράξει και των οργανωμένων εργατών. ι) Την μεταρρύθμισιν του νόμου 551 περί δυστυχημάτων και την καθιέρωσιν μέτρων περί ασφαλείας, υγιεινής και άλλων προστατευτικών μέτρων διά τους εργάτας εις κάθε είδος επαγγέλματος και γενίκευσιν του νόμου τούτου δι' όλα τα επαγγέλματα. ια) Μεταρρύθμισιν του νόμου περί ανωτάτου συμβουλίου εργασίας, ούτως ώστε οι εργάται να αποτελέσουν το ήμισυ του συμβουλίου και να εκλέγωνται υπό των επαγγελματικών ομοσπονδιών. ιβ) Τη μεταρρύθμισιν του νόμου 4029 περί ανηλίκων ούτως ώστε οι κάτω των 16 ετών να μην επιτρέπεται να εργαστούν. Κατάργησις όλων των εξαιρέσεων του νόμου τούτου. Αι υπηρέτριαι να λογίζονται εργάτριαι και να απολαμβάνουν όλων των ευεργετημάτων των απορρεόντων από τους εργατικούς νόμους. Η εργατική νομοθεσία να επεκταθεί και εις τους εργάτας γεωργούς. ιγ) Τη διά νόμου απαγόρευσιν της νυκτερινής εργασίας διά τα παιδιά και τας γυναίκας και την διπλήν πληρωμήν διά τα νυκτέρια των εργατών. ιδ) Την διά νόμου απαγόρευσιν εις τους εργοδότας να επιβάλλουν κάθε είδους ποινήν εις τους εργάτας.
3) Την κατάργησιν κάθε νόμου που εμποδίζει την απεργίαν.
4) Την κατάργησιν του νόμου περί επιστρατεύσεως των εργατών διαφόρων επαγγελμάτων.
Πηγές:
1. «Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ, 1918-1949, τ. 1ος», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή»
2. «Σαράντα χρόνια του ΚΚΕ, 1918-1958, επιλογή ντοκουμέντων», «Πολιτικές και Λογοτεχνικές Εκδόσεις»
3. Βασίλη Λάζαρη: «Οι ρίζες του Ελληνικού Κομμουνιστικού Κινήματος», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή»
4. Μ.Μ. Παπαϊωάννου: «Η Παρισινή Κομμούνα και η Ελλάδα», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή».
Η προσχώρηση του ΣΕΚΕ (ΚΚΕ) στη Γ' Διεθνή
Η Γ' Κομμουνιστική Διεθνής ιδρύθηκε το Μάρτη του 1919. Δεν υπήρχε όταν ιδρύθηκε το ΣΕΚΕ. Από τους σοσιαλιστικούς ομίλους και τις άλλες οργανώσεις που συνενώθηκαν και ιδρύθηκε το Κόμμα, η Φεντερασιόν (Θεσσαλονίκη) ήταν ενταγμένη στη Β' Διεθνή. Το ζήτημα της σχέσης του ΣΕΚΕ με τη Διεθνή, θεωρούνταν επομένως λυμένο, αφού η ΚΕ του Κόμματος ζήτησε την ένταξή της η οποία και έγινε δεκτή. Το ΣΕΚΕ μάλιστα ήταν προσκεκλημένο στο συνέδριο της Β' Διεθνούς, το Φλεβάρη του 1920, με δικαίωμα δύο αντιπροσώπων. Η έκθεση δράσης της ΚΕ στο 2ο Συνέδριο του ΣΕΚΕ είναι αρκετά διαφωτιστική ως προς αυτό το ζήτημα, αλλά και την πρόταση της ΚΕ για αποχώρηση του ΣΕΚΕ από τη Β' Διεθνή και την προσχώρησή του στη Γ' Διεθνή. Βεβαίως, αμέσως με την ίδρυση της Γ' Διεθνούς το Κόμμα συνδέθηκε μέσω της Βαλκανικής Κομμουνιστικής Ομοσπονδίας, της οποίας ήταν μέλος και η οποία είχε συνδεθεί με τη Γ' Διεθνή στο πρώτο της Συνέδριο. Το δε Εθνικό Συμβούλιο στην πρώτη του σύνοδο στις 18-24 Μάη (31 Μάη - 5 Ιούνη) του 1919, είχε αποφασίσει για την αποχώρηση από τη Β' Διεθνή και την προετοιμασία για προσχώρηση στην Γ' Διεθνή. Η απόφαση του Εθνικού Συμβουλίου πάρθηκε μετά από σκληρή ιδεολογική αντιπαράθεση και σύγκρουση. Συγκρούστηκαν από τη μια μεριά ο Αβραάμ Μπεναρόγιας (τμήμα Θεσσαλονίκης, ήταν κορυφαίο στέλεχος της Φεντερασιόν) και ο Αριστοτέλης Σίδερης, βουλευτής του ΣΕΚΕ (είχε τιμωρηθεί από το 1ο Συνέδριο μαζί τον Αλμπέρτ Κουριέλ, επίσης βουλευτή, και τον Παναγή Δημητράτο με 6μηνη παραμονή έξω από το Κόμμα, γιατί συμμετείχαν με έξοδα του κράτους και της κυβέρνησης Βενιζέλου, στο Συνέδριο της Β' Διεθνούς στο Λονδίνο, το Φλεβάρη του 1918). Αυτοί δεν ήθελαν την αποχώρηση από τη Β' και την προσχώρηση στη Γ' Διεθνή και πάλευαν από τις δεξιές οπορτουνιστικές αντιλήψεις της Β' Διεθνούς. Από την άλλη μεριά ήταν οι Δημοσθένης Λιγδόπουλος, Νίκος Δημητράτος, Μιχάλης Σιδέρης και Σπύρος Κομιώτης, που αντιμετώπιζαν από σωστές ιδεολογικά θέσεις και αρχές το ζήτημα και επέμειναν στην απόφαση για την Γ' Διεθνή.
Ο «Ριζοσπάστης», 6 (19) Απρίλη 1920, παρουσιάζοντας το 2ο Συνέδριο, δίνει χαρακτηριστικά αποσπάσματα από την έκθεση δράσης της ΚΕ σχετικά με τη Διεθνή.
«Η θέσις του Κόμματος εις τη Διεθνή. - Η ΚΕ άμα ως ανέλαβε τα καθήκοντά της αμέσως εφρόντισεν να γνωστοποιήση τη σύστασιν του Κόμματος εις τη Διεθνή, διεκδικούσα υπέρ του Κόμματος το δικαίωμα της αναγνωρίσεώς του ως ελληνικού τμήματος της Διεθνούς μετά την επελθούσαν συγχώνευσιν εις το Κόμμα της σοσιαλιστικής εργατικής ομοσπονδίας Θεσσαλονίκης, ήτις ως γνωστόν, είχεν αναγνωρισθή ως Οθωμανικόν υποτμήμα της Διεθνούς. Πράγματι, ο εις Βρυξέλλας τότε επανελθών, λήξαντος του πολέμου, γραμματεύς της Β' Διεθνούς Χούισμαν απεδέχθη την έκθεσίν μας, προσεκάλεσε δε το Κόμμα να παραστή εις το συγκληθέν εν Βέρνη κατά Φεβρουάριον του 1920 συνέδριον προς ανασύστασιν της Διεθνούς με το δικαίωμα δύο αντιπροσώπων. Η ΚΕ η οποία δεν είχεν ακόμη προσανατολισθή προς τη ζύμωσιν η οποία ετελείτο διά την ανασύστασιν της Διεθνούς εν σχέσει με την επιβαλλομένην στάσιν, προέβη εις αμέσους ενεργείας όπως μη ευρεθή το Κόμμα ανέτοιμον και δε δυνηθή να αντιπροσωπευθή εις το πρώτον μετά τον πόλεμον συγκαλούμενον διεθνές σοσιαλιστικόν συνέδριον. Αλλ' ευτυχώς η ΚΕ εγκαίρως αντελήφθη, ότι εις το συγκαλούμενον συνέδριον δε θα ελάμβανον μέρος όλα τα κόμματα, τα οποία προ του πολέμου απετέλουν τη Διεθνή, ιδίως μετά το δημοσιευθέν μανιφέστον εκ Μόσχας, δι' ου ηγγέλετο η σύστασις της Γ' κομμουνιστικής Διεθνούς και ώρισεν ως όρον διά τη συμμετοχήν του Κόμματος εις το συνέδριον τούτο, όπως ο αντιπρόσωπος του Κόμματος κανονίση τη στάσιν του συμφώνως με τη στάσιν του επισήμου ιταλικού κόμματος. Η κυβέρνησις εν τούτοις δεν ενέκρινε την έκδοσιν των ζητηθέντων διαβατηρίων και ούτω δεν εδόθη η ευκαιρία εις το Κόμμα να επωφεληθή του γεγονότος διά να επικοινωνήση με τα αδελφά κόμματα των άλλων χωρών. Μετ' ολίγον, λήξαντος του συνεδρίου της Βέρνης, ο γραμματεύς της Β' Διεθνούς προσεκάλη το Κόμμα να συμμετάσχη εις τας εργασίας τού εν Αμστερνταμ συνερχομένου γραφείου της Β' Διεθνούς. Αλλ' η ΚΕ ήτις έκτοτε παρηκολούθη την εξέλιξιν την οποίαν ελάμβανεν η κίνησης διά την αναδιοργάνωσιν της Β' Διεθνούς, όπως και το γεγονός της συστάσεως της Γ' Διεθνούς εν Μόσχα, επεφυλάχθη εις την αποδοχήν της προσκλήσεως της Β' Διεθνούς και έθεσε το ζήτημα της περαιτέρω θέσεως του Κόμματος υπ' όψιν του συνελθόντος κατά Μάιον εν Αθήναις Εθνικού συμβουλίου του Κόμματος. Το Εθνικόν συμβούλιο εις το οποίον οι αντιπρόσωποι όλων σχεδόν των τμημάτων προσήλθον με εντολάς προσχωρήσεως του Κόμματος εις την Γ' Διεθνή παρήγγειλεν εις την ΚΕ να διακηρύξη την απομάκρυνσιν του Κόμματος από τα ευθύνας και τας προσωπικάς προσπάθειας της Β' Διεθνούς και εξέφρασε την πίστιν του κόμματος υπέρ της δικτατορίας του προλεταριάτου, παρήγγειλε δε εις την ΚΕ όπως προπαρασκευάση το έδαφος διά την προσχώρησιν του Κόμματος εις την Γ' Διεθνή...
Το Β συνέδριον του Κόμματος, εφ' όσον θα είναι συνεπές προς τας εκδηλωθείσας εις τα συμβούλια αυτού τάσεις, δεν υπάρχει διά την ΚΕ αμφιβολία, ότι θα ευρεθή ομόφωνον εις τη νέαν θέσιν του Κόμματος και ότι εν συνειδήσει των ανειλημμένων υποχρεώσεων θα επικυρώση και θα επιβεβαιώση τον προσανατολισμόν του Κόμματος εις την Γ Διεθνή».
Βεβαίως, για το ζήτημα αυτό υπήρξε ξεχωριστή εισήγηση στο Συνέδριο, η οποία έκανε κριτική από σωστές γενικά θέσεις στη Β' Διεθνή, παρουσίασε τις αρχές της Γ' Διεθνούς με σύντομες ιστορικές αναφορές για τη διάσπαση της σοσιαλδημοκρατίας και τις προσπάθειες των αριστερών σοσιαλδημοκρατών στο Τσίμερβαλντ, στο Κίενταλ και στη Στοκχόλμη για τη χάραξη Λενινιστικής ταχτικής στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο και τέλος για τη θέση του ΣΕΚΕ, προτείνοντας στο τέλος σχέδιο απόφασης. Η απόφαση δεν πάρθηκε χωρίς αντιπαράθεση. Αντιτάχθηκε ο Αριστοτέλης Σίδερης.
Επίσης, υπήρξε πρόταση του Αλμπέρτ Κουριέλ να μην προσχωρήσει στην Γ' Διεθνή, αλλά μόνο ότι αποδέχεται τις αρχές και τις αποφάσεις της. Μετά από συζήτηση πάρθηκε η εξής απόφαση:
«Το Β Εθνικόν συνέδριον του Σοσιαλιστικού εργατικού κόμματος της Ελλάδος δεχόμενον
α) Οτι η Β' Διεθνής αποβλέψασα εις τη δημιουργίαν "εθνικών σοσιαλισμών", αναγνωρίσασα την ανάγκην της εθνικής αποκαταστάσεως και μη δυνηθείσα διά τούτο κατά την κρίσιμον στιγμήν της κηρύξεως του πολέμου να κρατήση υψηλά την καθαρώς διεθνιστικήν σημαίαν του σοσιαλισμού, έπαυσε να εμπνέη εμπιστοσύνην εις τα επαναστατικά κόμματα αι δε αρχαί της δεν έχουν πλέον την δύναμιν να ηλεκτρίσουν και να διαπαιδαγωγήσουν τας εργαζομένας μάζας διά τον τελικόν σκοπόν, γεγονός διά το οποίον όλα τα κόμματα που ηρνήθησαν να συμμαχήσουν με την αστικήν τάξιν, όλα τα ζωντανώτερα και πλησιέστερον προς το τέρμα του αγώνος των ευρισκόμενα κόμματα έπαυσαν αποτελούντα τμήματα της Διεθνούς ταύτης.
β) Οτι η παρούσα περίοδος είναι περίοδος μεταβατική, κατά την οποίαν το παγκόσμιον προλεταριάτον πρέπει να ετοιμάζεται διαρκώς διά την κατάληψιν της εξουσίας της οποίας πρώτος σταθμός θα είναι η επιβολή της δικτατορίας του και όχι η αστική δημοκρατία υπό οιανδήποτε μορφήν.
γ) Οτι προς τον σκοπόν της διατηρήσεως της ακμής του επαναστατικού πνεύματος είναι απαραίτητον να ενισχυθή πάση δυνάμει η ρωσική επανάστασις και,
δ) Οτι οι ιδιαίτεροι γεωγραφικαί και ιστορικαί συνθήκαι, υπό τας οποίας αναπτύσσεται το κίνημα της εργατικής τάξεως εις την Ελλάδα, επιβάλλουν εις το Κόμμα το οποίον την αντιπροσωπεύει ν' ακολουθήση τον δρόμον που ηκολούθησαν ήδη τα άλλα σοσιαλιστικά κόμματα της Βαλκανικής.
Αποφασίζει:
1) Εγκρίνει την απόφασιν του Εθνικού συμβουλίου περί αποχωρήσεως του Κόμματος από τη Β' Διεθνή.
2) Το Κόμμα προσχωρεί οργανικώς εις την Γ' Διεθνή της Μόσχας, της οποίας δέχεται τας αρχάς και τα ψηφίσματα.
3) Εγκρίνει και επιδοκιμάζει τας αποφάσεις της Βαλκανικής κομμουνιστικής συνδιασκέψεως, ήτις συνήλθεν εν Σόφια την 15ην Ιανουαρίου (νέο ημερολόγιο) ε.ε. και,
4) Δίδει εντολήν εις την ΚΕ να εργασθή διά να συνδεθή το Κόμμα στενώτερον με τα σοσιαλιστικά κόμματα της Βαλκανικής που ακολουθούν την Γ' Διεθνή διά την προπαρασκευήν κοινού αγώνος των προλεταρίων της Βαλκανικής προς δημιουργίαν της Ομοσπονδιακής σοσιαλιστικής δημοκρατίας των συμβουλίων των εργατών και αγροτών της Βαλκανικής".
Η απόφαση είναι ιστορική αφού έγινε η αρχή προσχώρησης του Κόμματος στην Κομμουνιστική Διεθνή. Το Κόμμα έκανε ειδική έκδοση με τους 21 όρους εισδοχής των Κομμουνιστικών Κομμάτων στην Γ' Διεθνή τους οποίους είχε επεξεργασθεί ο Λένιν και τους οποίους δημοσίευσε ο «Ριζοσπάστης» στις 8 Νοέμβρη 1920, μετά το 2ο Συνέδριο της Γ' Διεθνούς. Επίσης, προστέθηκε στον τίτλο του Κόμματος η λέξη «Κομμουνιστικό». Ηδη ο Δημοσθένης Λιγδόπουλος είχε πάει στη Μόσχα για να παρευρεθεί στο 2ο Συνέδριο της Γ' Διεθνούς και να συνδέσει το Κόμμα με τη Διεθνή. Ηταν η συνέχεια της αποστολής του σαν αντιπρόσωπος του ΣΕΚΕ στη Συνδιάσκεψη της Βαλκανικής Σοσιαλιστικής Ομοσπονδίας, στη Σόφια, η οποία τη μετονόμασε Κομμουνιστική, το Γενάρη του 1920. Ο Δ. Λιγδόπουλος δε γύρισε ποτέ στην Ελλάδα, γιατί δολοφονήθηκε κατά την επιστροφή του μαζί με τον Ωρίωνα Αλεξάκη.
Το επόμενο βήμα ήταν η εναρμόνιση του Προγράμματος του Κόμματος με τις αρχές της Γ' Διεθνούς και πάρθηκε γι' αυτό σχετική απόφαση.
«Το Β συνέδριον του Κόμματος έχον υπ' όψιν του τη γνώμην του Εθνικού Συμβουλίου της 18ης Μαΐου περί μερικής αναθεωρήσεως του προγράμματος και την υπό του τμήματος Πειραιώς υποστηριζομένην πρότασιν περί ολικής αναστολής του προγράμματος και δεχόμενον:
1) Οτι η μεταβίβασις από του αστικού εις το σοσιαλιστικόν καθεστώς δε δύναται να γίνη με καμμίαν μεταρρύθμισιν της μορφής του πολιτεύματος επί το δημοκρατικώτερον, αλλ' ότι μόνον διάμεσος σταθμός είναι η δικτατορία της εργατικής τάξεως μέχρις ότου δημιουργηθούν όλοι οι αναγκαίοι όροι διά την κατάργησιν των τάξεων. 2) Οτι εις το σημείον που έφθασε σήμερον η εξέλιξις της κοινωνίας, κάθε πόλεμος υπό οιονδήποτε πρόσχημα κηρυσσόμενος δεν μπορεί να εξυπηρετεί ει μη μόνον την άμυναν των συμφερόντων της αστικής τάξεως. 3) Οτι η εργατική τάξις επ' ουδενί λόγω πρέπει να εμπιστεύεται τη διεύθυνσιν της τύχης της εις αστικά κατασκευάσματα ως η περιβόητος Κοινωνία των εθνών. 4) Οτι το κόμμα μας ανήκον εις τη Βαλκανικήν κομμουνιστικήν ομοσπονδίαν και αποδεχόμενον τας αρχάς και την τακτικήν της Γ' Διεθνούς οφείλει να προσαρμόση το πρόγραμμά του σύμφωνα με τας αρχάς και την τακτικήν αυτής.
Αποφασίζει:
α) Καταργεί εκ του προγράμματος όλα τα υπό του Εθνικού συμβουλίου της 18ης Μαΐου προτεινόμενα άρθρα τα οποία δε συμβιβάζονται με τας ανωτέρω αρχάς (άρθρον περί αστικής δημοκρατίας, Κοινωνίας εθνών και αμυντικού πολέμου). β) Εγκρίνει ίνα αναθεωρηθώσι όλα τα άλλα άρθρα του προγράμματος και γ) Αναθέτει εις την επιτροπήν ίνα επεξεργασθή και καταρτίση το πρόγραμμα του Κόμματος κατά τρόπον ανταποκρινόμενον εις τας γενικάς αρχάς της μελλούσης δράσεως και προπαγάνδας και της εξυπηρετήσεως των αναγκών των παραγωγικών τάξεων όσαι είναι απαραίτητοι διά την διευκόλυνσιν του τελικού αγώνος, συμφώνως με τας αρχάς της Γ' Διεθνούς».
Η οριστική ένταξη του ΣΕΚΕ (Κ) στη Διεθνή, έγινε με απόφαση της Εκτελεστικής Επιτροπής της στις 21 Σεπτέμβρη (4 Οχτώβρη) του 1920, και ανακοινώθηκε σε ρεπορτάζ της εφημερίδας του Κόμματος "Εργατικός Αγών", με τίτλο "Ο αντιπρόσωπός μας εις Μόσχαν" στις 11 (24) Οκτώβρη 1920, μετά από ανακοίνωση του Κόμματος. «Κατ' ανακοίνωσιν του Κόμματος βεβαιούται ασφαλώς η άφιξις εις Ρωσίαν του από διμήνου και πλέον αναχωρήσαντος αντιπροσώπου του Κόμματος (σ.σ. πρόκειται για τον Δ. Λιγδόπουλο, αλλά δεν αναφέρεται στο ρεπορτάζ μάλλον για λόγους περιφρούρησης), διά το Β συνέδριον της Κομμουνιστικής Διεθνούς. Το γραφείον του Κόμματος στερείται πάσης πληροφορίας ως προς το δρομολόγιον το οποίον ηκολούθησε ο αντιπρόσωπός μας μετά την αναχώρησίν του εξ Αυστρίας όπου διέμενε... Είναι επίσης βέβαιον ότι ο αντιπρόσωπός μας δεν επρόφθασεν να παραστεί εις τας εργασίας του συνεδρίου, επρόφθασεν όμως τους αντιπροσώπους των άλλων βαλκανικών κομμάτων, οι οποίοι και συνέστησαν την επίσημον αναγνώρισιν του Κόμματός μας ως τμήματος της κομμουνιστικής Διεθνούς. Πράγματι δε, εις την συνεδρίασιν της Εκτελεστικής επιτροπής της 21ης Σεπτεμβρίου, ο πρόεδρος της κομμουνιστικής Διεθνούς Ζηνόβιεφ ανεκοίνωσε ότι το Κομμουνιστικόν Κόμμα της Ελλάδος έγινε ομοφώνως αποδεκτόν. Σημειωτέον ότι η αναγνώρισις αύτη του Κόμματός μας ενέχει τυπικήν πλέον σημασίαν, εφ' όσον το Κόμμα ουσιαστικώς είχεν αναγνωρισθή από της εισόδου του εις την Βαλκανικήν κομμουνιστικήν ομοσπονδίαν και της προσκλήσεώς του εις το Β συνέδριον της Κομμουνιστικής Διεθνούς...».
Πηγή: «Σαράντα χρόνια του ΚΚΕ, 1918-1958, επιλογή ντοκουμέντων», «Πολιτικές και Λογοτεχνικές Εκδόσεις».
Η πάλη του ΚΚΕ στις σύγχρονες συνθήκες
Η στρατηγική του ΚΚΕ για τη Λαϊκή Εξουσία και Οικονομία ανταποκρίνεται στα μακροπρόθεσμα και στα άμεσα συμφέροντα της εργατικής τάξης, της φτωχής αγροτιάς,των αυτοαπασχολούμενων, της νεολαίας και των γυναικών από τα φτωχά λαϊκά στρώματα. Αποτελεί τη διέξοδο που προτείνει το ΚΚΕ στο λαό, απάντηση στη βαρβαρότητα του κεφαλαίου.
Tο σημαντικότερο στοιχείο των εξελίξεων σήμερα είναι η οικονομική κρίση που εκδηλώνεται ευρύτερα στον καπιταλιστικό κόσμο. Επιβεβαιώνει θέσεις και αλήθειες που χρόνια το Κόμμα προβάλλει, φέρνει στην επιφάνεια πιο διακριτά από χτες τον άλλο δρόμο πάλης και ανάπτυξης, το ζήτημα της κοινωνικοποίησης των βασικών και συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής, της εργατικής εξουσίας, του κεντρικού σχεδιασμού και του εργατικού ελέγχου. Μέσα σε τέτοιες συνθήκες, το θέμα προς τα πού θα στραφούν οι εξελίξεις, αν θα δυναμώσουν οι θετικές διεργασίες, κρίνεται από το πώς διαμορφώνεται ο συσχετισμός δύναμης.
Οπως τονίζεται στην Πολιτική Απόφαση του 18ου Συνεδρίου, το KKE καθορίζει ως αμετακίνητο και ξεκάθαρο στόχο του το πέρασμα στην αντεπίθεση συνολικά σε όλα τα επίπεδα, με την ισχυροποίηση του KKE, με ένα Κόμμα σε πλήρη ετοιμότητα να ανταποκριθεί σε οποιεσδήποτε συνθήκες και στροφές της ταξικής επαναστατικής πάλης. Ενα Κόμμα πανέτοιμο να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων και στην περίπτωση που έχουμε απότομη άνοδο της ταξικής πάλης, αλλά και σε καμπές, δυσκολίες ή προσωρινά πισωγυρίσματα. Ενα Κόμμα, που θα δρα αποτελεσματικά, όσο εξαρτάται από αυτό, για την προώθηση συσπειρώσεων σε αντιμονοπωλιακή, αντιιμπεριαλιστική κατεύθυνση, προϋπόθεση για τη συγκρότηση της λαϊκής κοινωνικοπολιτικής συμμαχίας για τη Λαϊκή Εξουσία και Οικονομία. Ενα Κόμμα που θα αναδεικνύει την αναγκαιότητα και δυνατότητα του σοσιαλισμού - κομμουνισμού, ως της μόνης ρεαλιστικής και αποτελεσματικής απάντησης στην καπιταλιστική οικονομική κρίση, στην εκμετάλλευση και καταπίεση, στην ιμπεριαλιστική βαρβαρότητα.
O σοσιαλισμός δεν είναι ένα αφηρημένο και απροσδιόριστο όραμα, αλλά στρατηγικός σκοπός του KKE προς κατάκτηση. Aπό αυτήν τη σκοπιά, το Kόμμα μας καθορίζει τις θέσεις του για τα καθημερινά προβλήματα των εργαζομένων, την τακτική του στην πολιτική πάλη, στη δράση του στο εργατικό συνδικαλιστικό και γενικότερο λαϊκό κίνημα. Το 18ο Συνέδριο εξόπλισε το Κόμμα με τις εκτιμήσεις και τα συμπεράσματα από τη σοσιαλιστική οικοδόμηση τον 20ό αιώνα που εμπλουτίζουν την προγραμματική αντίληψη του Κόμματος για το σοσιαλισμό. Για το KKE η συνεχής μελέτη της θετικής και αρνητικής πείρας της σοσιαλιστικής επανάστασης - οικοδόμησης - ανάπτυξης, είναι συστατικό στοιχείο της δουλειάς του ώστε να μπορεί να δρα σήμερα με τη μεγαλύτερη δυνατή αποτελεσματικότητα, να έχει επιστημονικά επεξεργασμένη επαναστατική στρατηγική, να δίνει απαντήσεις σε μεγάλα σύγχρονα προβλήματα.
Tο καθήκον αυτό είναι σήμερα πιο επιτακτικό, σε μια περίοδο κατά την οποία επιτείνεται η σύγχυση για τις αιτίες που οδήγησαν στην καπιταλιστική παλινόρθωση, σε μια περίοδο φορτισμένη από απογοήτευση, μειωμένες ελπίδες και μεγάλα ερωτήματα, για το αν υπάρχει πραγματική διέξοδος. O αντιμονοπωλιακός αντιιμπεριαλιστικός αγώνας αντικειμενικά σήμερα εντάσσεται ακόμα πιο πολύ στην πάλη για την ανατροπή του καπιταλισμού. Είναι περισσότερο αντικαπιταλιστικός.
H Απόφαση για το σοσιαλισμό αποτελεί συμβολή στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα, στην πάλη του ενάντια στον ιμπεριαλισμό και τους πολέμους, για το ξεπέρασμα της κρίσης του, στην οποία συνεχίζει να βρίσκεται μετά το 1991. Δίνει όπλα στην ιδεολογική πολιτική διαπάλη με τις διάφορες αστικές και μικροαστικές θεωρίες, τη σοσιαλδημοκρατία και τις οπορτουνιστικές αντιλήψεις και αυταπάτες, τις παλιές συνταγές που εμφανίζονται ξανά σήμερα με το περιτύλιγμα του «νέου», για δήθεν «σοσιαλισμό με ελευθερία και δημοκρατία», περί «εθνικών ιδιαιτεροτήτων του σοσιαλισμού», που οδηγούν μόνο στη μακροημέρευση του καπιταλιστικού συστήματος.
Οπως αναφέραμε πιο πάνω, την περίοδο που διανύουμε, βασικό στοιχείο που καθορίζει τις εξελίξεις είναι η διεθνής καπιταλιστική οικονομική κρίση. Mια κρίση που το ξέσπασμά της αγκάλιασε συγχρονισμένα τις HΠA, την EE, την Ιαπωνία. Στην Ελλάδα, η κρίση ήδη βρίσκεται σε εξέλιξη και βαθαίνει.
Στην περίοδο της κρίσης γίνεται ακόμα πιο φανερή η ασυμφιλίωτη αντίθεση μεταξύ της κοινωνικοποίησης της παραγωγής και της καπιταλιστικής ιδιοποίησης του παραγόμενου πλούτου. Συνενώνονται και ξεσπούν βίαια όλες οι αντιθέσεις της καπιταλιστικής οικονομίας.
H αστική διαχείριση σε όλες τις παραλλαγές της όχι μόνο δεν μπορεί να ματαιώσει την εκδήλωση της κρίσης, αλλά, αντίθετα, συνεπάγεται νέα όξυνση όλων των προβλημάτων της εργατικής τάξης, της πλειοψηφίας των εργαζομένων: Αύξηση της ανεργίας, της φτώχειας και της εξαθλίωσης, ένταση της κρατικής βίας και καταστολής. Στο διεθνές επίπεδο, θα οδηγήσει, στην αναζωπύρωση υπαρχουσών και εμφάνιση νέων εστιών ιμπεριαλιστικού πολέμου, όπως στην περιοχή μας, στην Ανατολική Μεσόγειο.
H εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα της χώρας μας δεν έχουν κανένα συμφέρον από «λύσεις» που βοηθούν το σύστημα να βγει από την κρίση του. Tο ταξικό εργατικό κίνημα πρέπει να αποκαλύψει, να απορρίψει και να εναντιωθεί στις σκόπιμα παραπλανητικές απόψεις περί «κοινού προβλήματος» «από κοινού αντιμετώπισης», «ρύθμισης», «εξυγίανσης», «εξανθρωπισμού» του καπιταλισμού, που «δαιμονοποιούν» το φιλελευθερισμό μόνο και μόνο για να σώσουν τον καπιταλισμό.
Σε αυτές τις συνθήκες, το KKE στρέφει την προσοχή του και την όλη δραστηριότητά του, υποτάσσει τη δράση του, στην κατεύθυνση της μόνης πραγματικής διεξόδου για το λαό και τη νεολαία: να επιταχυνθεί η διαδικασία της ανασύνταξης του εργατικού κινήματος, της κοινωνικής συμμαχίας με τις αγωνιζόμενες δυνάμεις των αυτοαπασχολουμένων, της φτωχής αγροτιάς, να ενισχυθεί το παγκόσμιο εργατικό κίνημα.
Μπροστά σε όλο το Κόμμα, υψώνονται νέες, ακόμα μεγαλύτερες, απαιτήσεις του ιδεολογικού αγώνα, της πάλης των ιδεών μέσα στις γραμμές του κινήματος, η ανάγκη, δίπλα στο βασικό στόχο να αδυνατίσουν οι αστικές αντιλήψεις και τα αστικά ιδεολογήματα, να δεχτούν ιδεολογικοπολιτικό χτύπημα οι ρεφορμιστικές και οπορτουνιστικές δυνάμεις, που μπαίνουν βασικό εμπόδιο στην ενότητα σε ταξική βάση, στην κοινωνική συμμαχία, στη ριζοσπαστικοποίηση της λαϊκής συνείδησης και δράσης, στη διαμόρφωση ενός ενιαίου κοινωνικοπολιτικού μετώπου που οργανώνει την πάλη για την ανατροπή της εξουσίας των μονοπωλίων, υπέρ της Λαϊκής Εξουσίας και Οικονομίας.
Σήμερα στην ιδεολογικοπολιτική μαζική αντιπαράθεση δύο δρόμοι, αντικειμενικά, συγκρούονται στην ελληνική κοινωνία:
O ένας είναι ο δρόμος που γνωρίζουμε χρόνια τώρα, που έχει γίνει ακόμα πιο δύσβατος την τελευταία 20ετία, ειδικά μετά τη Συνθήκη του Mάαστριχτ. Eίναι ο δρόμος που συμφέρει το κεφάλαιο, τα μονοπώλια, ο δρόμος της βαθύτερης ενσωμάτωσης στην EE και το NATO.
O άλλος δρόμος είναι της συγκρότησης της λαϊκής κοινωνικοπολιτικής συμμαχίας της εργατικής τάξης με τους αυτοαπασχολούμενους και τη φτωχή αγροτιά, που κατευθύνεται στη Λαϊκή Εξουσία, Οικονομία. Είναι ο δρόμος που αναγνωρίζει αποκλειστικά και μόνον ως παραγωγό του πλούτου τον εργαζόμενο άνθρωπο και ως κίνητρο της παραγωγής την ικανοποίηση των σύγχρονων κοινωνικών αναγκών.
Σήμερα, είναι ακόμα πιο αναγκαίο και επιτακτικό να κερδίσει έδαφος η αντίληψη ότι η πάλη για τα οξυμένα προβλήματα, η πάλη κατά των συνεπειών της κρίσης, η πάλη κατά των νέων αντεργατικών και αντιλαϊκών μέτρων πρέπει να εξελιχτεί σε πάλη κατά της εξουσίας των μονοπωλίων, των ιμπεριαλιστικών ενώσεών τους.
Δημιουργούνται οι προϋποθέσεις, το επόμενο διάστημα, τα επόμενα χρόνια, να μπουν στη δράση νέες εργατικές, λαϊκές μάζες, νέοι και νέες ιδιαίτερα από τα εργατικά και λαϊκά στρώματα. Kάτω από την πίεση της εκρηκτικής διάστασης των προβλημάτων, ο αγώνας είναι δυνατόν να εκφραστεί με οξυμένες και ανεβασμένες μορφές πάλης, απέναντι στις οποίες θα εκδηλωθεί άγρια καταστολή με όλες τις μορφές. H είσοδος στον αγώνα νέων λαϊκών μαζών, με μειωμένη ή και με ελάχιστη κοινωνική και πολιτική πείρα, πρέπει να στηριχτεί με την έντονη ιδεολογικοπολιτική παρέμβαση του Kόμματος, με την ανάπτυξη συλλογικών μορφών δράσης και ζωής των σωματείων με ταξικό προσανατολισμό, του ΠAME, αλλά και της ΠAΣY, της ΠΑΣΕΒΕ, του ΜΑΣ. Eτσι ώστε: Η αγανάκτηση να μετατρέπεται, όσο το επιτρέπουν οι συνθήκες, σε πολιτική συνείδηση και ωρίμανση με επίκεντρο τους δύο δρόμους ανάπτυξης και εξέλιξης της ελληνικής οικονομίας, της κοινωνίας γενικότερα. Ωστε να κατανοείται η ανάγκη της σημασίας της συγκρότησης της κοινωνικοπολιτικής συμμαχίας, σε συνδυασμό με την ολόπλευρη στήριξη και ισχυροποίηση του KKE, που αποτελεί εγγύηση μαχητικότητας, σωστής κατεύθυνσης για το κίνημα, αποτελεσματικότητας των αγώνων του, ικανότητας του κινήματος να δρα κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες.
Tο Kόμμα μας σε όλη την 90χρονη πορεία του, και σήμερα, συγκεντρώνει την προσοχή του στη δράση μέσα στην εργατική τάξη, στη νεολαία, στις γυναίκες, στον εργαζόμενο λαό, στις μαζικές οργανώσεις, στα κινήματα, στις λαϊκές μάζες γενικότερα. Oφείλει να γνωρίζει σε βάθος τα λαϊκά προβλήματα, να είναι σε ετοιμότητα και θέση μάχης να οργανώνει την πάλη, να στηρίζει κάθε λαϊκή δραστηριότητα, να παίρνει υπόψη ανάγκες και αιτήματα που προβάλλονται κατά κλάδο, στους χώρους εργασίας και σε επίπεδο δήμου, στη γειτονιά, ακόμα και αυτό που ενδιαφέρει ή συγκινεί μια μικρότερη ή λίγο μεγαλύτερη ομάδα ανθρώπων. Eκεί που τελικά κρίνεται πριν απ' όλα η ικανότητα του Kόμματος είναι πώς δρα στην εργατική τάξη και στους συμμάχους της, στη φτωχή αγροτιά και τους αυτοαπασχολούμενους που έχουν συμφέρον από τον αγώνα κατά των μονοπωλίων, που αποτελούν αντικειμενικά τις κοινωνικές δυνάμεις της λαϊκής συμμαχίας. Aπό το συσχετισμό μέσα στα κινήματα της εργατικής τάξης και των συμμάχων της καθορίζεται η μαζικότητα, η εμβέλεια, η αποτελεσματικότητα της πάλης, η συγκέντρωση δυνάμεων για την αντεπίθεση, τη ρήξη, την ανατροπή.
Το κόμμα μας συνεχίζει σ' αυτή τη γραμμή πλεύσης, παρά τον αρνητικό συσχετισμό δυνάμεων. Ο συσχετισμός των δυνάμεων δε μένει παγιωμένος. Οι κοινωνικές αντιθέσεις είναι ασυμφιλίωτες και οξύνονται, σε πείσμα των απολογητών του καπιταλισμού. Η εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα δε θα μείνουν καθηλωμένα στο χτες. Στην εργατική τάξη, ιδιαίτερα στις νέες γενιές της, όπως και στις νέες γενιές των λαϊκών στρωμάτων, αξίζει μόνο ένα μέλλον, αυτό που φοβάται ο καπιταλισμός: Το σοσιαλιστικό - κομμουνιστικό.
Ο 21ος αιώνας θα είναι ο αιώνας της ανασύνταξης των επαναστατικών δυνάμεων, της απόκρουσης της επίθεσης του διεθνούς κεφαλαίου, της αποφασιστικής αντεπίθεσης. Θα είναι ο αιώνας μιας καινούριας ανόδου του παγκόσμιου επαναστατικού κινήματος και μιας νέας σειράς κοινωνικών επαναστάσεων.
Πηγή: ΠOΛITIKH AΠOΦAΣH TOY 18ου ΣYNEΔPIOY TOY KKE

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου